κι ωστόσο πορεύομαι σε δρόμους πλατιούς και γκρίζους
η καρδιά μου βουρκωμένη κι αβυθομέτρητη
δε συνηθίζει ποτέ την επανάληψη
η σκέψη μου νωθρή και μισοκοιμισμένη
δε συγκρατεί τους στεναγμούς
το βλέμμα μου και μόνο αρκεί για να εγκαινιάσω το ταξίδι
-α! κουράστηκα, δώστε μου μια καρέκλα-
το μυαλό μου, κούφιο σκοτεινό και ζηλόφθονο
δε με φέρνει στα συγκαλά μου
τα μάτια μου σεργιανίζουν πέρα δώθε σαν δυο βότσαλα, μα δεν καταφέρνουν να φυλακίσουν ούτε τα αόριστα τοπία που διασχίζω, ούτε τις μυστηριώδεις μέρες που μοιραζόμαστε, ζαλισμένα με αλαφροκοιμίζουν και τότε εγκαταλείπω την προσπάθεια να κοιμηθώ σε βαθύ κρεβάτι, τα βλέφαρά μου χαμηλώνουν, δεν ξέρω ποιος ή γιατί με κοιτά, ζωηρεύουν μέσα μου λιθόστρωτα και τρέχω δίχως να ξέρω προς τα πού, και η μέρα φεύγει δίχως να ξέρει αν θα ξανάρθει, η νύχτα πέφτει δίχως να υπόσχεται πως θα σηκωθεί, νιώθω γαλήνη
και ξέρω πως κανείς, όσο κι αν του ‘κανε γούστο, δεν μπορεί να μου τη στερήσει
-α! δίψασα, φέρτε μου ένα ποτήρι νερό-
από τα όνειρά μου κατάγομαι και είμαι αυστηρά σε αυτά δοσμένη
από τα όνειρά μου τρέφομαι και είμαι επιεικώς σε αυτά ευγνώμων
κι αυτά κι εγώ μύχιοι συνένοχοι και συχνά πλησίον μιας ομολογίας, σερνόμαστε ευγενικά και σέρνουμε έγνοιες καθημερινές, βηματιστά δίχως μίση και λύτρα αφού η μόνη απαγωγή που επιτεύχθηκε από την συνεργασία μας ήταν αυτή προς την άτοπο
εκεί σε προσκαλώ με τα γραφόμενά μου, εκεί να αναζητήσουμε τα ευνοϊκά σημάδια στα πράγματα του κόσμου, να παραμονέψουμε το νέο ποίημα που γεννιέται από το τίποτα, να πειστείς πως μόνο τυφλωμένος από αγάπη μπορείς να δεις πως όλα αυτά που λέω δεν είναι απλά υφασμένες λέξεις και συναρμογές του λόγου, πληθυντικοί και ρήματα ή ενικοί προσδιορισμοί, είναι η βάση των αισθηματικών ενθουσιασμών μας, είναι η παρακαταθήκη των κοινών παθών και παθημάτων μας, είναι ζυγιασμένα βάρη σε ζυγιασμένα στήθη που πάλλονται με τόσους παλμούς και πόθους, τόσες αφορμές συγκινήσεων και παρορμήσεων, όσες φέρνει στο αυτί του ακροατή το πιο ευαίσθητο ακουστικό…
η ζωή μου: σπαταλημένη…πετυχημένα!
αυτό που θα πρεπε να είχα κάνει,
ήταν να γραφτώ σε σχολή σκοποβολής στα δεκαοχτώ
να εξασκούμαι τρεις ώρες τη μέρα...
θα είχα μοιράσει μοιραία τραύματα με απόλυτο τουπέ!
μετά θα πήγαινα για…φαΐ!
είμαι οπαδός του “φάτε τώρα”
δίνω την εντύπωση λιθόστρωτου που από πάνω του περάσαν αιώνες...
βαριέμαι να θυμάμαι…το παρελθόν μου
και με εκπλήσσει που η συνείδησή μου συνεχίζει ενεργά στο πόστο της…
οπότε είπα oh! αυτή είναι μια καλή στιγμή για διάλειμμα!
επιτρέπεται η αντιγραφή μόνο με κιμωλία!το γνωστό μαλακό και εύθραυστο ασβεστολιθικό πέτρωμα ή άλλως τεμπεσίρι για καλές καραμπόλες επί του μαυροπίνακα ή επί της τσόχας…
ο παππούς μου έλεγε σύμφωνα με τον Νταμολάχ Σαϊντ Μοσταφά, όταν κοιμόμαστε η ψυχή φεύγει για άλλα μέρη
και ότι, αν τύχει και ξυπνήσεις πριν επιστρέψει στο σώμα σου, θα βρεις τον εαυτό σου μέσα σε ένα εφιάλτη δίχως τέλος…
σσσσσσσσστ! κοιμάμαι !
για να μαι εκεί που θέλω να μαι…
όχι ότι περιμένω να μου λυθούν οι απορίες, αλλά μου αρέσει να μ' έχουν σε υπόληψη!
συνήθως η ικανοποίηση έγκειται στο να μας έχει σε υπόληψη ένας μικρός κύκλος ανθρώπων...
ο α-η-δια-στι-κός Μoody είναι ένας απ αυτούς!