το χαμένο σαββατοκύριακο

μια φορά κι έναν καιρό, ένας σκωτσέζος στρατηγός, που τον έλεγαν Μάκβεθ, πίστεψε τις μάγισσες που του είχαν πει πως θα γίνει βασιλιάς της Σκωτίας, σκότωσε τον βασιλιά, πήρε τον θρόνο και ζούσε κλεισμένος στον πύργο του τον Ντάνσινεν, αλλά βασανιζόταν από αϋπνίες και αρχίζει να επισκέπτεται το μαντείο των Δελφών, τις μάγισσες εννοώ, που του προλέγουν ότι δεν θα νικηθεί παρά μόνο τη μέρα που το δάσος του Μπέρναμ θα κινήσει νά ‘ρθει στο Ντάνσινεν…

μια φορά και δυο καιρούς ο Ντον Μπέρναμ, συνονόματος του δάσους, ένας καθόλου τυχαίος πότης, ένας καθόλου κοινός μέθυσος, χάθηκε στο σύμπαν του αλκοόλ, άρχισε να βλέπει οράματα, να πλέει σε σκοτεινά καφκικά πελάγη εξιλέωσης, με ένα πλοίο  εύθραυστο, γυάλινο, με πλήρωμα τα φαντάσματά του, κουπιά τις παραμορφωμένη μοναξιά του, κατάρτι την πεισματική του άρνηση και πανιά τις περίτεχνα κουρελιασμένες δικαιολογίες του  και πετούσε στη θάλασσα της  ευημερούσας, δήθεν, κοινωνίας, όποιον δεν συμμεριζόταν το πάθος του…

«το βαρόμετρο του εσωτερικού του κόσμου προμήνυε ταραχές», δεν υπήρχαν εναλλακτικές ούτε παρερμηνείες, ο Ντον είχε δραπετεύσει από αυτή την κοινωνία, ή είχε αποβληθεί, το ίδιο μας κάνει, και είχε ενταχθεί στις στρατιές του μοναχικού πλήθους που όλο και μεγάλωναν παρεμππιπτόντως σήμερα είναι ανυπολόγιστος ο αριθμός των μελών τους και αφού ούτε εκεί το εγώ του δεν αξιολογήθηκε δεόντως, απέρριψε κάθε κοινωνική αξία και κρύφτηκε στους ίσκιους του δάσους του… Μπέρναμ! δε θέλησε θεατές, αν και κάθε παράσταση πάντα έχει, δεν έκοψε εισιτήρια αν και με λίγα δολάρια η διαταραγμένη του ισορροπία θα μπορούσε πρόσκαιρα να αποκατασταθεί, σύρθηκε κάτω από τη χαραμάδα απ’όπου ξεπηδούσαν αλκοολούχες αναθυμιάσεις, πήδηξε απ’το παράθυρο, περπάτησε ανυπολόγιστα χιλιόμετρα, καίγοντας ίχνη, έφτασε στο πολυπόθητο πέλαγος του αλκοόλ ,ρούφηξε κάθε του σταγόνα κι όταν έφτασε στον πυθμένα του εφιάλτη παρέα με τα κουρελιασμένα του οράματα και όπως συμβαίνει πάντα σε όποιον φτάνει στον πάτο, οι επιλογές είναι δύο: ή θα σηκωθείς ή θα αφεθείς!

thumbnail

η μαθητεία της αυτοκαταστροφής, ρεαλιστική, ανελέητα ακριβής, χωρίς λογοτεχνικές εξάρσεις, χωρίς εντυπωσιασμούς μελοδραματικούς, αλλά απόλυτα λιτή  η μυθιστορία του Τσαρλς Τζάκσον, αποτύπωσε στο μυαλό και στην καρδιά μου τα παθήματα ενός εξαρτημένου ανθρώπου που τη μια στιγμή είναι εύθραυστος σαν λεπτό γυαλί και την άλλη άγριο θηρίο,μεταδίδει μια αλκοολούχα τρέλα και ένα μοναδικό παράδειγμα προς αποφυγή(;) και το κείμενο παλλόμενο από την αρχή ως το τέλος !

καταδέχτηκα την πρόσκληση του αντιήρωα Ντον Μπέρναμ,  για ένα σαββατοκύριακο στο πανηγύρι της παράνοιας, εξάλλου ο καθείς και οι εμμονές του, ξέροντας πως θα υπάρξουν ταραχές,ξέροντας πως το τέλος δε θα ήταν καλό, αλλά, «το τέλος βρίσκεται μες στην αρχή κι ωστόσο συνεχίζουμε» κι αυτή τη φράση όπως είπε Ντον,το λέω κι εγώ, θα μπορούσα να την έχω γράψει εγώ!ή θα μπορούσα το ημερολόγιο του Ντον να το συνεχίσω εγώ όταν εκείνος με «άφησε», γιατί απλά οι εξαρτήσεις και ο χρόνος ποτέ δεν τα πήγαιναν καλά, ο χρόνος γίνεται μέγγενη και οι απώλειες μόνο με εξαρτήσεις μπορούν να εξοικονομηθούν…

άχρηστες πληροφορίες : ο Τσαρλς Τζάκσον, συγγραφέας του ενός βιβλίου, έγραψε Το Χαμένο Σαββατοκύριακο, 360 σελίδες που βρωμάνε αλκοόλ,  το 1940 , ήπιε τόσο πολύ, μέθυσε σε τέτοιο βαθμό, έβγαλε άλλα τόσα  δολάρια με τη συγγραφή ώστε κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν αξίζει τον κόπο και πρόσφερε την περιουσία του στην υπηρεσία της μεγάλης τέχνης του ανθρώπου, τη λογοτεχνία…


6 responses to “το χαμένο σαββατοκύριακο

Σχολιάστε

Le Cinéma va à l´école

Blog dédié au projet eTwinning entre Grèce et Espagne du même titre

Αυθόρμητες μεταβολές

του Λευτέρη Παπαθανάση

ΧΑΡΗΣ ΜΑΥΡΟΣ

Συγγραφέας

Toutestin Magazine

Art Feedback Machine

Redflecteur

About Art and Politics

απέραντο γαλάζιο

"το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή..."

lerestnadine

This WordPress.com

Bouquet of dreams

Yes Darling, but is it Art?

Marionettes Inc.

No strings attached

Harry's Music

Harry Smith's Anthology of American Folk Music

Land Streicher

“Our battered suitcases were piled on the sidewalk again; we had longer ways to go. But no matter, the road is life.” Jack Kerouac